- διασπώμενα
- διασπάωtear asunderpres part mp neut nom/voc/acc plδιασπάωtear asunderpres part mp neut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διασπωμένας — διασπωμένᾱς , διασπάω tear asunder pres part mp fem acc pl διασπωμένᾱς , διασπάω tear asunder pres part mp fem gen sg (doric aeolic) διασπωμένᾱς , διασπάω tear asunder pres part mp fem acc pl διασπωμένᾱς , διασπάω tear asunder pres part mp… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κοσμικές ακτίνες — Σωματιδιακή ακτινοβολία που προέρχεται από τους κοσμικούς χώρους και καταλήγει σταθερά πάνω στην επιφάνεια της Γης. Τα ατομικά ή υποατομικά σωματίδια που αποτελούν τις κ.α. διαθέτουν πολύ υψηλές ενέργειες. Ενδεικτικό είναι ότι τα πρωτόνια,… … Dictionary of Greek